Στο απόγειο της πρόσφατης διαδικασίας διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος μεταξύ 2016 – 2017 την δημόσια συζήτηση μονοπωλούσε σχεδόν η αναφορά σε κόστος της λύσης. Κάποιοι από γνήσιο έως και τεχνοκρατικό ενδιαφέρον και άλλοι εμβόλιμα για να προκαλέσουν αμφισβήτηση για την επιδιωκόμενη λύση, πατώντας στα αντανακλαστικά από τη, νωπή ακόμη, εμπειρία της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας.

Η συζήτηση αναφορικά με “κόστος της λύσης” αφήνει ενίοτε την υπόνοια ότι υπό περιστάσεις υπάρχει ένα ύψος του κόστους που είναι αποδεκτό και κατ’ επέκταση πέρα από αυτό το ύψος “χαλάει η συμφωνία” και δεν προχωρούμε σε λύση. Πέραν από τα ηθικά ζητήματα που εγείρει μια τέτοια συζήτηση (και δεν προτίθεμαι να ηθικολογήσω) υπάρχει και η  επιχειρηματολογία. Σίγουρα η ελπίδα και η αισιοδοξία δεν πληρώνει λογαριασμούς.

Μια οικονομία που ανακτά 35% του εδάφους και αντλεί έσοδα και από το υπόλοιπο 20% του πληθυσμού δεν θα επωμιστεί απλώς κόστος αλλά θα απολαμβάνει και τα ανάλογα οφέλη, χωρίς να λαμβάνεται καν υπόψη το “μέρισμα ειρήνης”. Άλλωστε οι σημερινές ανισορροπίες που έχουν να κάνουν με την συναλλαγματική ισοτιμία με την Τουρκική λίρα και τις τιμές στα κατεχόμενα, δεν θα υφίστανται σε συνθήκες όπου το Ευρώ είναι το  νόμισμα σε ολόκληρη την επικράτεια και οι φορολογικοί συντελεστές της Δημοκρατίας εφαρμόζονται απ’ άκρη σ’ άκρη του νησιού.

Από την άλλη όμως το επιχείρημα για κόστος της λύσης μπορεί και πρέπει να αντιστρέφεται. Αν κοστίζει η προτεινόμενη λύση, τότε η διχοτόμηση, δεν κοστίζει; Η μη λύση δεν είναι το αντίθετο της λύσης. Το στάτους κβο αργά αλλά σταθερά και σίγουρα οδηγεί στη διχοτόμηση.

Ας ξεκινήσουμε από τα απλά, χερσαίο σύνορο σε ένα μικρό νησί θα δημιουργήσει τεράστιο κόστος για την επιτήρηση του. Η διχοτόμηση συνεπάγεται διεθνές σύνορο με την Τουρκία ή ένα κράτος υπό την πλήρη εξάρτηση και έλεγχο της Άγκυρας. Χωρίς διεθνή ειρηνευτική δύναμη που δεν θα δικαιολογούν οι συνθήκες. Κανείς δεν θα μπορεί να εμποδίσει ή να εγείρει ενστάσεις για τον εποικισμό και την στρατιωτική παρουσία της Τουρκίας (ή οποιασδήποτε άλλης χώρας) στην γη μας όταν αυτή θα έχει πλέον εκχωρηθεί δια παντός. Το ίδιο ισχύει και για την πλήρη διαγραφή της ιστορικής παρουσίας των Ελλήνων της Κύπρου στην γη των προγόνων μας. Η αλλοίωση του δημογραφικού και πολιτιστικού χαρακτήρα θα γίνεται πλέον ανεξέλεγκτα.

H γλώσσα μας δεν θα ακούγεται στα σχολεία μας, ούτε οι εκκλησίες μας θα λειτουργούν. Είναι εύλογη η ερώτηση, μα δεν ισχύει και σήμερα αυτό το καθεστώς; Σήμερα δεν γίνεται με την δική μας εκούσια ή ακούσια αποδοχή. Η στρατιωτική επιβολή του στάτους  κβο από την Τουρκία είναι γεγονός διεθνώς αποδεκτό. Η διχοτόμηση, με τη δική μας υπογραφή, εγγυάται την εσαεί εφαρμογή μιας φθίνουσας σχέσης με την πατρώα γη. Μόνο η λύση του Κυπριακού ζητήματος εντός του υπό διαπραγμάτευση πλαισίου εγγυάται ότι ολόκληρο το νησί μας θα είναι η πατρίδα του κάθε νόμιμου πολίτη της Κύπρου.

Θεόδουλος Ιωάννου

Πρόεδρος ΝΕΔΗΣΥ