Η περίοδος της νεωτερικότητας, η οποία λίγο πολύ άρχεται κατά την αφετηρία του 17ου αιώνα, παρουσιάζει δύο κύρια ρεύματα σκέψης. Τον εμπειρισμό και τον ορθολογισμό. Θα επεκταθώ μόνο κατ επίφαση, αν και ενδεχομένως να αδικώ την ομορφιά της φιλοσοφικής τους διαδρομής, και θα αναφερθώ στην επαγωγική τους κεντρική κατάληξη. Ο πρώτος (ο εμπειρισμός) καθορίζει ως προέλευση της γνώσης τη συσσωρευμένη εμπειρία από τις αισθήσεις μας (εσωτερικές και εξωτερικές), ενώ ο δεύτερος θέλει το επίκεντρο της γνώσης να βρίσκεται στην ορθή λογική σκέψη.

Έχω λοιπόν έντονο το ενδιαφέρον να μεταφέρω την ομολογουμένως παράξενη αυτή εισαγωγή που επιδίωξα στην κυπριακή πραγματικότητα και στα όσα έχουμε ενώπιων μας. Να προβληματιστώ και επί του τέλους να επιχειρήσω κατάληξη, στην περιγραφική πραγματικότητα των επιλογών του λαού μας σήμερα. Κυρίως όμως να ανακαλύψω το μεθοδολογικό εργαλείο επιλογής για όλα όσα έρχονται. Και είναι και πολλά και καθοριστικά.

Πολλές φορές πλάνητες και ανέστιοι, μα κυρίως αβοήθητοι, κατακλυζόμαστε από αμείλικτες ερωτήσεις που επιτακτικά απαιτούν απάντηση. Ας πάρουμε για παράδειγμα το κυπριακό πρόβλημα και ας επιχειρήσουμε να διατυπώσουμε με διαφορετικούς τρόπους τις ίδιες ερωτήσεις.

Η εμπειρία θα προέτασσε την αρνητική κατάληξη της στην ειρηνική συμβίωση Ελληκυπρίων και Τουρκοκυπρίων και κυρίως τη σύνοψη της στον πόνο την προσφυγιά και τον θάνατο, στην καλύτερη περίπτωση ένθεν και ένθεν. Θα ερωτάτο λοιπόν γιατί μέσα από την αποτυχημένη εμπειρική πρακτική, θα πρέπει να επιδιωχθεί η όποια άλλη προσπάθεια συμβίωσης;

Αν όμως η συμβίωση είναι εκτός επιθυμητών αποτελεσμάτων τότε δεν μένουν παρά δύο επιλογές. Σχηματικά λοιπόν ή μένουμε στα μισά και διαχωρίζουμε και επίσημα εαυτούς από το σινικό στοιχείο, είτε επικεντρωνόμαστε στον αγώνα που θα μας απαλλάξει από την παρουσία των Τουρκοκυπρίων.

Η ορθή λογική, αφού διαπίστωνε το γεγονός της δυστυχίας από την αποτυχημένη κατάληξη της συμβίωσης, θα διερωτάτο για τις επιλογές. Θα εξέταζε τις δύο προαναφερθείσες και επιπλέον θα ανασκοπούσε και στους λόγους της αποτυχίας, την οποία δεν θα θεωρούσε ως παγιωμένη και απαγορευμένης δεύτερης ευκαιρίας (στην επιλογή της συμβίωσης).

Επί του τέλους θα έλεγα πως ωφέλιμη απάντηση μπορούν να δώσουν μόνο οι ορθές ερωτήσεις. Αναλύοντας λοιπόν τα μεθοδολογικά φίλτρα που θα χρησιμοποιηθούν στο όποιο ερώτημα, θα έλεγα πως στα πάντα αξίζει η σφαιρική αντ’ εξέταση και πως όταν το ερώτημα αφορά στο μέλλον της πατρίδας οφείλει η αντ’ εξέταση να είναι και πλήρης και εξαντλητική. Κάτι τέτοιο φυσικά και πάλι αποτελεί τη μισή αλήθεια. Αφού ολόκληρη θα είναι όταν το κάθε τι μετρήσει το πόσο εφικτή είναι η στρατηγική που θα μας οδηγήσει στο ευκταίο αποτέλεσμα και βέβαια μετρώντας μέσα από τον οδικό χάρτη τους κινδύνους, τα θετικά και τα αρνητικά της κάθε περιπτώσεις, καταλήγοντας μοιραία σε μια αφηρημένη έννοια θεωρίας παιγνίων, στην οποία απλοϊκές λύσεις, του τύπου το είδα σε προφητεία, δεν χωρούν.


ΠΔ

 

Πέτρος Δημητρίου

Πρόεδρος ΝΕΔΗΣΥ

Απόφοιτος Τμήματος Πολιτικών

Επιστημών Πανεπ. Κύπρου